ευρωκοινοβούλιο

ευρωκοινοβούλιο
Βλ. λ. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ευρω- — α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό ανήκει ή έχει σχέση με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) ή, γενικότερα με την Ευρώπη. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. < euro (πρβλ. euro dollar «ευρω δολάριο») < Europe < ευρώπη. Συνθ.… …   Dictionary of Greek

  • Βέιλ, Σιμόν — I (Simone Weil, Γαλλία 1909 – Άσορντ Κεντ, Αγγλία 1943). Γαλλίδα φιλόσοφος και συγγραφέας. Σπούδασε φιλοσοφία, κλασική φιλολογία και φυσική. Εργάστηκε αρχικά ως καθηγήτρια φιλοσοφίας σε σχολεία μέσης εκπαίδευσης της Γαλλίας και κατά τη διετία… …   Dictionary of Greek

  • Δασκαλάκη, Κατερίνα — (Αθήνα 1944 –). Δημοσιογράφος, πολιτικός και λογοτέχνης. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και δημοσιογραφία στο Παρίσι. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε διάφορες ημερήσιες αθηναϊκές εφημερίδες και περιοδικά, διετέλεσε μάλιστα διευθύντρια της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”